ΓΡΑΦΟΝΤΑΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΜΕ ΑΦΟΡΜΗ ΤΗ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ΤΟΥ ΠΛΑΤΩΝΑ ΡΙΒΕΛΛΗ «ΤΗΝΟΣ» | ΠΟΛΥΤΡΟΠΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ 34 | MULTIMODAL TEXTS 34

Η φωτογραφία «Τήνος» του Πλάτωνα Ριβέλλη αποτέλεσε η αφορμή για να εκφράσουν τα παιδιά τις σκέψεις και τα συναισθήματά τους. Με βάση την τεχνική της εμβύθισης σε ένα έργο τέχνης το ερώτημα που τέθηκε ήταν: «Παρατήρησε τη φωτογραφία του Πλάτωνα Ριβέλλη “Τήνος”. Κλείσε για λίγο τα μάτια σου και αφού πάρεις μια βαθιά (διαφραγματική) ανάσα φαντάσου ότι “μπαίνεις μέσα στη φωτογραφία”. Νιώσε με όλες σου τις αισθήσεις (όραση, όσφρηση, ακοή, ακόμα και αφή) την ατμόσφαιρα της φωτογραφικής αναπαράστασης και στη συνέχεια άνοιξε τα μάτια σου και γράψε μια μικρή ιστορία για το τι προηγήθηκε και τι θα ακολουθήσει τη στιγμή της φωτογράφισης»

Πλάτων Ριβέλλης. Τήνος. Φωτογραφία, 1996. Πηγή: Πλάτων Ριβέλλης, Άνω τελεία. Φωτογραφίες 1983 – 1998, εκδ. Φωτόχωρος, Αθήνα 1998, σ. 111

Ελένη Τόκα
Παίρνω μια ανάσα. Βαθιά. Διαφραγματική. Κοντεύει νύχτα. Επιτέλους μόνη. Επιτέλους σπίτι. Κρατιέμαι από τη καρέκλα δίπλα στο παράθυρο. Νιώθω εξαντλημένη. Σηκώνω με δυσκολία το κεφάλι μου και παρατηρώ την θάλασσα. Δεν ηρεμεί ποτέ. Κύματα μεγάλα. Κύματα μικρά. Παρατηρώ πως οι ζωές μας είναι σαν τη θάλασσα. Αντιμετωπίζουμε τρικυμίες, περνάνε οι μήνες, αλλά είμαστε εκεί μόνοι μας. Εμείς και οι σκέψεις μας, που μας πηγαινοφέρνουν σαν τα κύματα. Τα κατάφερα. Σώθηκα από το κύμα. Στιγμιαία η γαλήνη. Με καλεί η πραγματικότητα. Νέο κύμα πρέπει να αντιμετωπίσω. Τα χρώματα του ουρανού παρόλα αυτά με κρατάνε εκεί. Δε θέλω να τελειώσει. Βγάζω μια φωτογραφία. Πώς να φωτογραφήσω το συναίσθημα; Αυτή τη στιγμιαία γαλήνη. Δε πειράζει. Θα χαθεί. Όπως κάθε απόγευμα. Θα με σώσει και πάλι από τα κύματα, τις τρικυμίες και τις φουρτούνες.

Νάνσυ Τζιόλη
Κοιτάζω από το παράθυρο την απέραντη θάλασσα. Τι πανέμορφη! Ο ήχος των κυμάτων ηχεί στ’ αυτιά μου ρυθμικά και με χαλαρώνει. Όσο πιο πολύ κοιτώ τη θάλασσα, τόσο περισσότερο μου θυμίζει το σπίτι μου και τον τόπο που μεγάλωσα. Κλείνω τα μάτια μου… Τι καλύτερο από το να ξυπνάς κάθε μέρα με θέα το ατέλειωτο γαλάζιο; Να σε ξυπνά ο ήχος των κυμάτων που σκάνε απαλά πάνω στα βράχια. Κάθομαι ατελείωτες ώρες απλώς να κοιτάζω την θάλασσα απ’ το παράθυρό μου. Είναι μαγευτικό. Είναι ένας επίγειος παράδεισος… Ανοίγω ξανά τα μάτια μου και αντιλαμβάνομαι πως δεν βρίσκομαι εκεί, δεν βρίσκομαι εκεί που θα ‘θελα να είμαι. Δεν ξέρω αν θα μπορέσω ξανά να βρεθώ εκεί…

Δήμητρα Γιάντσιου
Σκούπισα τα δάκρυα μου και ακούμπησα το σώμα μου στα βράχια. Λίγο πριν ο ήλιος βυθιστεί στον απέραντο ορίζοντα και ο ουρανός βαφεί από τα χρώματα του σούρουπου έτρεξα γρήγορα μέσα στην καλύβα και πήρα τη φωτογραφική μου μηχανή. Άρχισα να τραβάω αμέτρητες φωτογραφίες. Κόντευε νύχτα. Οι ήχοι από το διπλανό χωριό είχαν σχεδόν σταματήσει, τα φώτα από τη διπλανή καλύβα είχαν σβήσει... Έμεινα για λίγο μόνη, ξάπλωσα και αποκοιμήθηκα. Μες στον ύπνο μου ονειρεύτηκα εκείνη την πλατιά θάλασσα. Το καθαρό αεράκι περνούσε μέσα από τα ρούχα μου και το ήρεμο κύμα έμοιαζε σαν να χτυπάει τα βράχια με δύναμη. Αμέσως ξύπνησα τρομαγμένη και θλιμμένη. Όλες αυτές οι ομορφιές της γαλάζιας θάλασσας ήτανε τελικά μονάχα μια ονειροπόληση...

Έλενα Κορινιώτη  
Καμιά φορά το μόνο που χρειάζεσαι είναι να μείνεις λίγο μόνος. Μόνος, μακριά από όλους και όλα για να σκεφτείς. Να φύγει λίγο το μυαλό σου από την πίεση και το άγχος. Έτσι κι εγώ κλείστηκα σε ένα δωμάτιο με θέα τη θάλασσα. Στο βάθος του δωματίου υπήρχε ένα μισάνοιχτο παράθυρο. Στέκομαι μπροστά του και το κρύο αεράκι ανεμίζει τα μαλλιά μου. Ήταν τόσο μαγικά! Ο ήχος των κυμάτων και η μυρωδιά της θάλασσας με έκαναν να ξεχάσω κάθε μου έγνοια. Είχα αρκετό καιρό να νιώσω αυτό το συναίσθημα. Κάθε λεπτό που περνούσε ήμουν ολοένα και πιο χαρούμενη. Όμως, αυτό δεν κράτησε για πολύ... Στο βάθος άκουσα κάποιον να με φωνάζει. Ήταν η μαμά μου. Είχε ήδη ξημερώσει και έπρεπε να ετοιμαστώ για το σχολείο. Και τότε κατάλαβα ότι, ποθούμε τόσο πολύ για να γίνει συνήθως ό,τι το ονειρευόμαστε...

Βαγγελίτσα Τσιμήτρη
Ανεβαίνω τα σκαλοπάτια της παρατημένης μονοκατοικίας. Απόλυτη ηρεμία. Μονάχα ο ήχος των κυμάτων διαπερνάει τους μισογκρεμισμένους τοίχους. Φτάνω στο πάνω όροφο. Στο βάθος του διαδρόμου διακρίνω δύο πόρτες. Μια στα δεξιά μου και μία από τα αριστερά μου. Κάτι μου λέει πως πρέπει να στρίψω δεξιά. Προχωρώ στο μακρόστενο διάδρομο και μπαίνω στο δωμάτιο της δεξιάς πλευράς. Ξαφνικά, νιώθω τον αέρα να έρχεται με δύναμη κατά πάνω μου. Βλέπω ένα μισάνοιχτο παράθυρο. Τρέχω να το κλείσω αλλά κάτι με σταματάει. Δεν μπορώ να το κλείσω. Σαν μια θεϊκή δύναμη με κάνει να αντιστέκομαι. Ο αέρας δυναμώνει μα η θάλασσα παραμένει ήρεμη και γαλήνια ντυμένη στο βαθύ γαλάζιο του ουρανού. Βγαίνω τρέχοντας από το δωμάτιο γεμάτη φόβο και δέος. Κατευθύνομαι προς τον κάτω όροφο, όμως το μυαλό μου είναι στο μισάνοιχτο παράθυρο. Επιστρέφω τρέχοντας στο δωμάτιο της δεξιάς πλευράς και απαθανατίζω την στιγμή. Παίρνω μια βαθιά ανάσα και φεύγω από το κτίριο γεμάτη από περίεργα συναισθήματα. Από τότε δεν επισκέφτηκα ποτέ ξανά αυτό το κτίριο. Μου έχει μείνει μονάχα αυτή η φωτογραφία…

Θεοδώρα Λαζάρου
Κενό. Τίποτα πέρα από το κενό. Ένα δωμάτιο, εγώ, κι ένα παράθυρο. Τίποτα παραπάνω. Άραγε ποιος ξέρει τι κρύβεται πίσω από το κενό; Ποια άγρια πλάσματα πεινασμένα για πόνο και χορτάτα από μοναξιά κρύβονται εκεί; Προχωρώ προς το παράθυρο με βήματα βαριά και κουρασμένα. Κι όμως! Δεν κουράστηκα ούτε λίγο, τελικά είναι αλήθεια αυτό που λένε πως «αν στο σώμα σου κυριαρχεί μια κουρασμένη ψυχή, κουράζεσαι και εσύ ο ίδιος». Όλα τώρα βγάζουν νόημα. Ο καιρός έξω από το παράθυρο είναι μελαγχολικός και μουντός, ούτε αυτός μπορεί να απαντήσει στα ερωτήματα που με κατατρώνε τον εσωτερικό μου κόσμο. Η θάλασσα είναι ήρεμη, παραδομένη στα χάδια του ουρανού. Μια ξαφνική μελαγχολία τρύπωσε από τη σχισμή του παραθύρου. Σαν τα ανοιξιάτικα λουλούδια που χορεύουν με τον άνεμο. Μα, αυτή η μελαγχολία μόνο έφτανε για να κάνει την ανάσα μου να κοπεί και δάκρυα να τρέξουν από τα μάτια μου. Δεν αντέχω άλλο να βρίσκομαι εδώ μέσα, δεν μου φτάνει ο αέρας. Και η θέα δεν είναι αρκετή για να ξεδιψάσουν οι δαίμονες των ματιών μου. Οι γροθιές μου συγκρούστηκαν δυνατά με το παράθυρο, αλλά τίποτα δεν άλλαξε. Δεν αντέχω άλλο αυτό το θέαμα. Γύρισα το κεφάλι μου από την άλλη και αντίκρισα το κενό. Κενό. Τίποτα πέρα από το κενό.

Πασχαλίνα Γιαννάκη
Έκλεισα τα μάτια μου και όταν τα άνοιξα δεν ήθελα να τα ξανακλείσω. Ήθελα απλά να κοιτώ έξω από το παράθυρο. Έβλεπα την απεραντοσύνη της θάλασσας και την ηρεμία που κυριαρχούσε κι ένιωθα ευτυχισμένη. Άκουγα τα κύματα να χτυπούν πάνω στα βράχια και ένιωθα χαρούμενη. Όμως, πώς μπορεί να αποτυπωθεί αυτή η εικόνα, η στιγμή, τα συναισθήματα, οι σκέψεις; 
Έτρεξα και άρπαξα το κινητό μου, άρχισα να βγάζω φωτογραφίες, όμως δεν ένιωθα ότι αυτό που έβλεπα είναι πραγματικό. Κάποια στιγμή άρχισε να φυσάει το αεράκι και μες στο δωμάτιο μπήκαν οι μυρωδιές των δέντρων που υπήρχαν τριγύρω. Η δουλειά μου ήταν ακόμα πιο δύσκολη. Πώς θα φωτογράφιζα αυτή την εικόνα και ο παρατηρητής θα μπορούσε να νιώσει αυτό που ένιωσα εγώ; 
Μία είναι η λύση. Η φωτογραφία θα γίνει και ο καθένας που θα τη βλέπει θα δημιουργεί δικές του σκέψεις και συναισθήματα. Γιατί μπορεί αυτή η στιγμή να θεωρείται ασήμαντη, αλλά για άλλους μπορεί να είναι και η δικιά τους απεραντοσύνη».

Αγγελική Καρατζόγλου
Είχα καθίσει εκεί μπροστά από το παράθυρο. Είχα πάρει μαζί μου φυσικά το τσάι μου και το αγαπημένο μου βιβλίο. Θυμήθηκα ότι πριν λίγο η μαμά μου είχε ψιθυρίσει κάτι στ' αυτί και γέλασα. Ύστερα, κοίταξα έξω, έκλεισα τα μάτια και μύρισα την αλμύρα που χτυπούσε στα βράχια. Ο ήχος της θάλασσας ήταν ίδιος με το σύρσιμο των σελίδων. Άνοιξα και πάλι το βιβλίο. Ήπια την πρώτη γουλιά και ξεκίνησα. Η πρώτη λέξη ήταν «θάλασσα» και η τελευταία «πέρας». Δεν άντεξα και έτρεξα στο δωμάτιο, πήρα την φωτογραφική μηχανή και άρχισα να τραβάω φωτογραφίες χωρίς σταματημό. Ήμουν μαγεμένη. Κατάλαβα, όμως, πως είχε περάσει η ώρα, όταν ο ήλιος αγκάλιαζε τα κύματα και έπρεπε να φύγω από κείνο το παραμύθι.

Πάμελα Πετάλι
Το φως του ήλιου μπήκε απροειδοποίητα από το παράθυρο του δωματίου μου. Άφησα τα όνειρα μου, σηκώθηκα από το κρεβάτι και πλησίασα το παράθυρο. Τώρα με χαϊδεύει απαλά το δροσερό αεράκι της γαλάζιας θάλασσας. Η ίδια ατάραχη θάλασσα ακολουθεί τη δική της μελωδία αγάπης. Είναι ώρα να νιώσω και εγώ αυτή τη ζεστασιά, να νιώσω τη κάθε σταγόνα αγάπης να δεθώ με τη γαλήνη της, όπως δύο παλιά χαμένα κομμάτια παζλ.

Κατερίνα Παπαναστασίου
Κλείνω τα μάτια και ξαφνικά βρίσκομαι σε ένα μικρό δωμάτιο. Από το παράθυρο μπορώ να παρατηρώ τη θάλασσα. Όμως κάτι περίεργο συμβαίνει. Δεν υπάρχουν χρώματα. Διακρίνεις μόνο λευκό και τις αποχρώσεις του μαύρου χρώματος. Κοιτάζω γύρω μου στο δωμάτιο. Δεν υπάρχει πόρτα, μονάχα το παράθυρο. Είναι άδειο, αλλά στην άκρη υπάρχει ένα μολύβι και ένα σημειωματάριο. Παραξενεύτηκα και αναρωτήθηκα πώς βρέθηκα εγώ στο δωμάτιο αυτό και γιατί υπήρχε μόνο αυτό το τετράδιο. Περνούσαν οι ώρες και ανησυχούσα. Δεν ήξερα με ποιο τρόπο θα επιστρέψω. Πίσω από το παράθυρο διέκρινα μόνο την θάλασσα και μερικά δέντρα. Κανένας δεν φαίνεται να κατοικούσε τριγύρω. Ήμουν μόνη μου, κλεισμένη σε αυτό το δωμάτιο. Οπότε αποφάσισα να καταγράψω τα συναισθήματά μου. Αρχικά ένιωθα μοναξιά, φόβο και ανησυχία για το άγνωστο. Μετά άρχισα να συνηθίζω και ηρέμησα λίγο. Άρχισα να καταγράφω στο σημειωματάριο κάποια αναπάντητα ερωτήματα: «πού είμαι;», «πώς θα φύγω;». «τι κάνω σε αυτόν τον τόπο;». Στη συνέχεια προσπάθησα να απαντήσω στα ερωτήματα, παρόλο που οι απαντήσεις μπορεί να ήταν λανθασμένες. «Ίσως όλα αυτά να βρίσκονται στο μυαλό μου ή να ονειρεύομαι. Πρέπει να ηρεμήσω και να προσπαθήσω να βρω μια άκρη. Ίσως όλα αυτά να γίνονται για κάποιον λόγο που δεν γνωρίζω. Πιθανόν για να περάσω χρόνο μόνη με τον εαυτό μου. Συνέχισα να γράφω τις σκέψεις, τους προβληματισμούς και τα προβλήματα που με απασχολούν. Και τότε ένιωσα πως έφευγε ένα βάρος από πάνω μου, σαν να καθάριζε η ψυχή μου. Ζωγράφισα το τοπίο που αντίκριζα απο το παράθυρο. Όταν τελείωσα ανάσανα βαθιά και έκλεισα τα μάτια και ξαφνικά βρέθηκα πίσω στο δωμάτιό μου. Ίσως το ταξίδι μου να ήταν μόνο στο μυαλό μου. Το κλειδί για τον γυρισμό στην πραγματικότητα ήταν η συνομιλία που έκανα με τον εαυτό μου και η προσπάθεια να βρω λύση για τα προβλήματα που με απασχολούν. 

Σταυρίνα Βάια
Καθώς ετοίμαζα την κάμερα μου για τη φωτογραφία μύριζα την θάλασσα. Είχα ανοίξει το παράθυρο του δωματίου στο οποίο βρισκόμουν. Άκουγα τον θόρυβο της θάλασσας. Ο αέρας χάιδευε γλυκά τα δέντρα και τους θάμνους. Ήμουν μόνος. Μακριά έβλεπα δελφίνια να παίζουν με τα αλμυρά νερά. Φαινόντουσαν χαρούμενα. Βλέπετε εκείνα το μόνο που χρειάζονται είναι μονάχα τη θάλασσα, την τροφή τους και μια παρέα. Ενώ!... Ενώ εμείς οι άνθρωποι είμαστε ευχαριστημένοι μόνο με τα χρήματα με τα ακριβά ρούχα και τα αυτοκίνητα. Δεν καταλαβαίνουμε το αληθινό νόημα της ζωής. Δεν καταλαβαίνουμε τη ζωή. Τη ζωή μας! Είμαστε τόσο χαζοί οι άνθρωποι! Στην πραγματική ζωή η ευτυχία είναι πιο απλή και πιο αληθινή. Εμείς την κάνουμε περίπλοκη και ψεύτικη. Τα απλά πράγματα μας χαρίζουν χαρά και το ξέρουμε, όμως δεν νοιαζόμαστε. Αδιαφορούμε. Γυρίζουμε την πλάτη στο αληθινό και πάμε προς το ψεύτικο. Δεν είμαστε ταπεινοί. Είμαστε εγωιστές και ασεβείς.. Είμαστε τόσο χαζοί οι άνθρωποι!
Μια στιγμή χρειαζόμουν. Όταν ο αέρας σταματήσει για λίγο τα κύματα ηρεμήσουν περισσότερο και τα δελφίνια σταματήσουν το παιχνίδι τους. Εκείνη ήταν η στιγμή. Η φωτογραφία ήταν έτοιμη. 
Τώρα πια μπορούσα να βάλω την κάμερα στην θήκη της. Το παράθυρο το άφησα μισάνοιχτο. Είχα συνηθίσει πια τους ήχους και τις μυρωδιές από την θάλασσα. 
Η φωτογραφία τελείωσε. Όμως οι σκέψεις δεν σταμάτησαν... «Πόσο θα ήθελα να υπάρχει ένα κουμπί που όταν το πατάμε να είμαστε όλοι για λίγο αληθινοί, χαρούμενοι, ευτυχισμένοι» σκέφτηκα. Άραγε, στην πραγματικότητά οι άνθρωποι καταλαβαίνουν τι γίνεται γύρω τους και προσποιούνται ότι είναι όλα καλά ώστε να μην είναι μόνοι; Μόνοι στο να αντιμετωπίσουν τη ζωή; Και αν το κάνουν, το κάνουν μόνο και μόνο για τη μοναξιά; Τόσο πολύ την φοβούνται; Δεν είναι άσχημη. Θα έπρεπε να το ξέρουν αυτό. Κάποιες στιγμές είναι η μόνη σου συντρόφια. Αυτό που καταλαβαίνω εγώ όμως τώρα έχοντας απέναντί μου την αληθινή ζωή είναι ότι η ζωή μας είναι μια βάρκα. Που καπετάνιος της είμαστε εμείς οι ίδιοι. Πλήρωμα και συνεπιβάτες οι άνθρωποι που έχουμε δίπλα μας. Ο αέρας είναι ο τρόπος που κάποια πράγματα μας καθορίζουν ή τα καθορίζουμε. Προς το πού μας πηγαίνει η ζωή ανάλογα με τα «κέφια» της. Μα και η θάλασσα είναι ο δρόμος και τα μονοπάτια που επιλέγουμε στις δυσκολίες και τα προβλήματα που θα βρούμε στον δρόμο για τον προορισμό μας. Δίκιο δεν έχω;»

Διονυσία Φωτιάδου
Αυτό που προηγήθηκε από τη στιγμή της φωτογράφισης ήταν μια καλοκαιρινή βόλτα στο νησί της Σκιάθου πηγαίνοντας στο σπίτι της γιαγιάς μου για φαγητό. Όταν μπαίνουμε στο σπίτι κατευθύνομαι στο δωμάτιο όπου συνήθως κοιμάμαι. Η θέα από το παράθυρο είναι όμορφη. Το ανοίγεις και σε φυσάει ο σκιαθίτικος αέρας. Στο βάθος η θάλασσα κυλάει ήρεμα και από το διπλανό δωμάτιο έρχονται οι μυρωδιές από το φαγητό που ετοιμάζει η γιαγιά μου. Χωρίς να χάσω ευκαιρία αρπάζω το κινητό μου και τραβάω μια φωτογραφία της θάλασσας από το παράθυρο. Θα την έχω να θυμάμαι την ωραία αυτή στιγμή. Αμέσω μετά τρέχω στο σαλόνι, όπου βρίσκεται όλη η οικογένειά μου και ετοιμαζόμαστε να φάμε και να περάσουμε όμορφα.

Μαρία Τσιανάκα 
Ξημερώνει η μέρα. Ανοίγω το παράθυρο του δωματίου και βλέπω αυτή τη θάλασσα με τον ελαφρύ κυμματισμό που ίσα ίσα ακούγεται και μυρίζω τον θαλασσινό αέρα. Η ψυχή μου γαληνεύει μετά από αυτό. 










Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις

ΧΡΩΜΑΤΙΚΕΣ ΠΑΛΕΤΕΣ ΕΜΠΝΕΥΣΜΕΝΕΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΤΕΧΝΗ ΤΟΥ ΜΠΑΡΟΚ ΚΑΙ ΤΟΥ ΡΟΚΟΚΟ | COLOR PALLETES INSPIRED BY BAROQUE AND ROCOCO ART | ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΤΕΧΝΗΣ 4 \ DESIGN \ ΠΟΛΥΤΡΟΠΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ 37 | MULTIMODAL TEXTS 37