ΤΟ ΚΛΕΙΔΙ ΤΩΝ ΟΝΕΙΡΩΝ ΤΟΥ MAGRITTE | ΠΟΛΥΤΡΟΠΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ 5 | MULTIMODAL TEXTS 5
R. Magritte, Το κλειδί των ονείρων (1930, Παρίσι) |
Ο πίνακας του R. Magritte, Το κλειδί των ονείρων, (1930, Παρίσι) είναι ένας από τους πιο γνωστούς πίνακες του Βέλγου ζωγράφου Rene Magritte (1898-1967). Ο Magritte ήταν πολύ σημαντικός ζωγράφος του μοντερνισμού στις αρχές του 20ου αι. και ανήκε στο κίνημα του σουρεαλισμού με πολλές επιρροές από το κίνημα ντανταϊσμού. Ο σουρεαλισμός είναι το καλλιτεχνικό κίνημα που αναπτύχθηκε στη Γαλλία στις αρχές του 20ου, αρχικά στη λογοτεχνία (όπου θα τον συναντήσουμε με τον όρο υπερρεαλισμός) και στη συνέχεια στη ζωγραφική. Βασική αρχή του ήταν ότι η τέχνη μπορεί να αναπαριστά τον κόσμο όχι στατικά και νατουραλιστικά, αλλά δυναμικά με βάση τη φαντασία. Με άλλα λόγια ο σουρεαλισμός παίρνει στοιχεία από τη φυσική πραγματικότητα (νατουραλισμό) και τα συνενώνει με παράδοξο τρόπο (π.χ. μία βάρκα μέσα σε ένα δωμάτιο) θέλοντας έτσι να προκαλέσει τη δημιουργική φαντασία και να αναπλάσει την πραγματικότητα με τρόπο ονειρικό και ανατρεπτικό.
O Magritte θέλησε να πειραματιστεί, επίσης, με τη σχέση εικόνας και λόγου. Άρχισε να εισάγει στους πίνακές του και λέξεις, οι οποίες όμως δεν συνδέονταν με τις εικόνες με τον συνηθισμένο τρόπο, αλλά με σχέσεις περίεργες και παράδοξες. Για τις σχέσεις αυτές επηρεάστηκε από τις ιδέες του πολύ σημαντικού γλωσσολόγου της εποχής του, του L. Wittgenstein, ο οποίος είχε ως βάση της θεωρίας του για τη γλώσσα την άποψη ότι η χρήση των λέξεων είναι σχετική και ότι δεν υπάρχει καμιά λογική σχέση ανάμεσα στο όνομα που δίνουμε σε ένα αντικείμενο και στο ίδιο το αντικείμενο.
«Το κλειδί των ονείρων» αποτελεί ένα από τα πιο γνωστά έργα του Magritte αυτής της σειράς. Εικονίζει μέσα σε πλαίσια έξι αντικείμενα (αυγό, γόβα, καπέλο, κερί, ποτήρι, κερί), τα οποία όμως υπομνηματίζει με λέξεις τελείως άσχετες. Έτσι, γράφει l’ Orage (η καταιγίδα) κάτω από το ποτήρι, Le Dèsert (η προσφορά) κάτω από το σφυρί, La Neige (το χιόνι) κάτω από το καπέλο, le Plafond (το ανώτατο όριο) κάτω από το κερί, le Lune (η Σελήνη) κάτω από τη γόβα και l’ Acacia (η ακακία) κάτω από το αυγό.
Οι μαθήτριες και οι μαθητές του «Εργαστηρίου» επεξεργάστηκαν τον πίνακα και ασχολήθηκαν κυρίως με την πολυτροπική διασύνδεση των εικόνων με τις ονομασίες τους. Παρατήρησαν ότι η σχέση αυτή δεν είναι αντανακλαστική, αλλά πολύσημη και προσπάθησαν να δώσουν τις δικές τους ερμηνείες ακολουθώντας δύο δρόμους. Σύμφωνα με τον πρώτο μπορεί κάποιος να βρει κάποιες λογικές σχέσεις ανάμεσα στην εικόνα και στην ονομασία. Ακολουθώντας ένα δεύτερο, ο οποίος παρουσιάζει και το μεγαλύτερο ενδιαφέρον, μπορείς να ανακαλύψεις κάποιες παράδοξες, ποιητικές και ονειρικές σχέσεις διασύνδεσης ανάμεσα στα εικονιζόμενα αντικείμενα και στις ονομασίες τους.
Από το πλούσιο υλικό που παρήγαν τα παιδιά δημοσιεύουμε ενδεικτικά κάποια σχόλια, ιστορίες και χαϊκού.
«Λογικές σχέσεις ανάμεσα στα αντικείμενα και στις ονομασίες τους»
Της Πασχαλίνας Γιαννάκη
«L' acacia (Η ακακία): Οπτικά ένα αυγό και μια ακακία δεν έχουν κάποιο κοινό όμως θα μπορούσαν να θεωρηθούν κοινά γιατί ο καρπός της ακακίας έχει το σχήμα του αυγού και θα μπορούσαμε να υποθέσουμε ότι το ένα συνδυάζεται με το άλλο […] La neige (Το χιόνι): Το χιόνι και το καπέλο θα μπορούσαν να συσχετιστούν ως μία ιστορία που κάποιος άφησε το καπέλο του στο χιόνι και ύστερα από πολλά χρόνια εκείνος πέθανε και το καπέλο του πάγωσε και δημιουργήθηκε ένα κρυσταλλωμένο καπέλο […] Le plafond (Το ανώτατο όριο): Το κερί ως σύμβολο της θρησκείας μας και το ανώτατο όριο είναι σημεία στα οποία θέλει να φτάσει ο άνθρωπος και να τα ξεπεράσει και να έρθει στην ένωση με το Θεό .Είναι κάτι κοινό στο οποίο όσο πιο μεγάλη είναι η φλόγα της θέλησης άλλο τόσο θέλουμε να ενωθούμε με το δημιουργό μας».
«Το χιόνι, το καπέλο και το κορίτσι»
[Μια ιστορία με αφορμή τη λεπτομέρεια του «καπέλου με το χιόνι (la neige)» στον πίνακα του R. Magritte, Το κλειδί των ονείρων (Παρίσι, 1930)]
Της Σταυρίνας Βάιας
Μια φορά και έναν καιρό, σε μια πολύ μακρινή χώρα στην Καπελοχώρα, ζούσε μια νεαρή πριγκίπισσα που την έλεγαν Αλέξα.
Ήταν πολύ χαριτωμένη, πανέμορφη με γαλανά μάτια, ξανθά μαλλιά και ένα μόνιμο χαμόγελο στα χείλη της. Όμως, δυστυχώς δεν είχε φίλες. Στη χώρα εκείνη υπήρχαν πολλές άλλες πριγκίπισσες, όμως, δυστυχώς δεν άξιζαν τη φιλία της γιατί ήταν επιπόλαιες και ενδιαφέρονταν μόνο για κουτσομπολιά και επιφανειακές συζητήσεις. Αυτό εξόργιζε την Αλέξα που ήταν ένα συναισθηματικό κορίτσι που δεν ενδιαφέρονταν καθόλου για την εμφάνιση της και μισούσε την επιφάνεια.
Είχε κάποιες βαθύτερες και όμορφες σκέψεις για τον κόσμο. Ήθελε να σπουδάσει, να ταξιδέψει, να νιώσει κάποια στιγμή στη ζωή της ελεύθερη. Ωστόσο, η οικογένειά της είχε πολλές αντιρρήσεις.
Το κορίτσι με τη βοήθεια δασκάλων στο παλάτι της μάθαινε πολλά πράγματα, για αρχαίους πολιτισμούς και κουλτούρες. Μάθαινε, επίσης, γεωγραφία. Λάτρευε τους χάρτες και να μαθαίνει για τόπους με ορυκτό και φυσικό πλούτο.
Αγαπούσε τον καθαρό αέρα και τη φύση. Και τα ζώα αγαπούσε και ονειρευόταν κάποτε να καταφέρει να συνομιλήσει μαζί τους πιστεύοντας ότι θα την καταλάβουν και θα την ακούσουν. Ίσως, βέβαια κι η ίδια να καταλάβαινε ότι αυτό δεν είναι τίποτα άλλο παρά ένα όνειρο και ότι δεν πρόκειται να πραγματοποιηθεί ποτέ, ωστόσο, και τα όνειρα μερικές φορές κάποιο άνθρωποι καταφέρνουν να τα κάνουν πραγματικότητα. Αυτά πίστευε και έκανε κουράγιο, ώσπου, να ενηλικιωθεί και να σπουδάσει.
Έτσι περνούσαν αδιάκοπα τα χρόνια, βαρετά και μουντά. Η Αλέξα, επιτέλους, έγινε δεκαοκτώ ετών και γιόρτασε τα γενέθλιά της με την οικογένειά της. Καλεσμένοι ήταν και όλες οι βασιλικές οικογένειες. Αυτό δεν της άρεσε, ωστόσο, ήταν χα-ρούμενη, γιατί ήξερε ότι σε λίγες μέρες πρόκειται να φύγει για να σπουδάσει και να κάνει τους στόχους και τα όνειρα της πραγματικότητα.
Έτσι μια μέρα η Αλέξα έφτασε στην Χιονόπολη την πόλη που ονειρευόταν σαν την πιο ενδιαφέρουσα για τις σπουδές της. Από την πρώτη στιγμή στην πόλη την εντυπωσίασαν οι χαρούμενοι, φιλόξενοι και καλοί άνθρωποι που την υποδέχτηκαν με πολλές τιμές. Γνώριζαν ότι είναι πριγκίπισσα και ήθελαν και να την περιποιηθούν όσο γινόταν καλύτερα. Ωστόσο, η Αλέξα δεν παρασύρθηκε από τις τόσες τιμές. Ευγενικά είπε στους κατοίκους της Χιονόπολης ότι στην πόλη τους ήρθε για να τη μελετήσει και κυρίως να σπουδάσει και να πετύχει τους στόχους της. Αυτό ενθουσίασε και συγκίνησε τους κατοίκους της Χιονόπολης, γιατί η πόλη τους ήταν απομακρυσμένη στην περιοχή της Νότιας Γαλλίας και κανείς δεν ενδιαφέρονταν για αυτή.
Πέρασε πολύς καιρός στη νέα πόλη. Η Αλέξα επικοινωνούσε με την οικογένειά της και έκανε εκεί νέες φιλίες.
Ένα χειμωνιάτικο βράδυ η Αλέξα με την πιο κοντινή της φίλη πήγαν μια βόλτα στην πόλη. Συζητούσαν χαρούμενες και χωρίς να το καταλάβουν βρέθηκαν σε κά-ποια στενά της πόλης. Τότε άρχισε να χιονίζει, να χιονίζει πολύ, χωρίς σταματημό. Η φίλη της φοβήθηκε της είπε να φύγουν. Όμως, η Αλέξα δεν ήθελε να φύγει γιατί έβλεπε για πρώτη φορά χιόνι κι αυτό της έκανε μεγάλη εντύπωση. Ξαφνικά εμφανίστηκε ένα γιγάντιο μαύρο καπέλο με φιόγκο μια κόκκινη κορδέλα. Τα κορίτσια άρχισαν να τρέχουν τρομοκρατημένα, όμως το χιόνι τις εμπόδιζε. Η φίλη της Αλέξας κατάφερε να απομακρυνθεί. Το καπέλο έτρεχε κι αυτό με μεγάλη ταχύτητα μέσα στο χιόνι και σε μια στιγμή άρπαξε την Αλέξα με την τεράστια κορδέλα του και την ρούφηξε κάνοντάς την πολύ μικρή στο μέγεθος.
Το τοπίο έγινε κατάλευκο από το χιόνι και μέσα σε λίγα λεπτά όλη η πόλη είχε ντυθεί στα λευκά. Το καπέλο έκανε βόλτες προσέχοντας πάρα πολύ το κορίτσι. Ξαφνικά σταμάτησε έξω από το ένα μαγαζί στο κέντρο της πόλης που είχε αποθηκευμένα χιλιάδες παρόμοια καπέλα έτοιμα προς πώληση. Τότε το καπέλο άρχισε να μιλα στην Αλέξα που το άκουγε έκπληκτη. Το καπέλο εκμυστηρεύτηκε στο κορίτσι ότι σκοπός του ήταν να απελευθερώσει τα υπόλοιπα καπέλα από το κατάστημα. Της είπε ότι από καιρό την παρακολουθούσε γιατί είχε εντυπωσιαστεί από τον χαρακτήρα της. Η Αλέξα αρχικά δεν πίστεψε στα λόγια του καπέλου. Όμως γρήγορα άλλαξε γνώμη. Κατάλαβε ότι σκέφθηκε επιφανειακά, δηλαδή αυτό που μισούσε στους άλλους, θεωρώντας ότι τα αντικείμενα δεν έχουν αισθήματα. Έτσι έγινε φίλη με το καπέλο. «Αυτό είναι πολύ, αφύσικο» σκέφτηκε. Όμως, «αφύσικο είναι να θέλει κάποιος να επιβάλει σε κάποιον άλλο τι είναι φυσικό και τι όχι». Με αυτές τις σκέψεις άρχισε να συνομιλεί με το καπέλο. Το καπέλο και το χιόνι έγιναν οι καλύτεροι φίλοι της που θα την συντρόφευαν για πάντα. Ακόμα και όταν πια ξαναγύρισε στη φυσιολογική ζωή αισθανόταν το καπέλο στο κεφάλι της και το χιόνι γύρω της να τους ακολουθεί. Μόνο αυτή ένιωθε την παρουσία τους.
Το καπέλο την βοήθησε να εκπληρώσει και να πιστέψει βαθύτερα τους στόχους και τα όνειρα της. Η λέξη «αφύσικο», έγινε γι΄ αυτήν η αφορμή να αναζητά σε βάθος την ουσία του φυσιολογικού...
«Δύο χαϊκού»
Της Δήμητρας Γιάντσιου
La Neige - Το χιόνι
Μες στο σκοτάδι
ολόασπρο το χιόνι·
κραυγή καπέλων.
Le Lune - Η σελήνη
Γόβα σε σχήμα
από φεγγάρι είναι
απελπισμένη!
«Δύο χαϊκού»
Της Έλενας Κορινιώτη
La lune - Η Σελήνη
Γόβα που ‘ναι μπλε
κάτω απ ‘το φεγγάρι
της Σταχτοπούτας.
La Neige - το χιονι
Σε χείλος γκρεμού
βρισκόταν το καπέλο
μαζί με χιόνι.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου