Η ΟΥΤΟΠΙΑ ΤΗΣ TEXNHTHΣ ΕΙΚΟΝΙΚΗΣ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΤΟ ΝΟΗΜΑ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ | ΣΠΟΛΙΑ 31
Το τελευταίο διάστημα γίνεται συζήτηση για το θέμα της σταδιακής αντικατάστασης πολλών επαγγελμάτων από την τεχνητή νοημοσύνη (ΤΝ) [Artificial Intelligence (AI)]. Η συζήτηση αυτή επεκτείνεται και σε άλλα πολύ πιο σοβαρά ζητήματα, όπως της υποκατάστασης του ίδιου του ανθρώπου από τεχνικά κατασκευάσματα, τα οποία θα λειτουργούν ως «ανθρωποειδή υψηλής νοημοσύνης» ή «ανθρωποειδή υβρίδια».
Κι επειδή το μέλλον είναι ήδη παρόν, πρόσφατα, γνωστό εμπορικό brand χρησιμοποίησε αντί για ζωντανό μοντέλο, εικονικό υποκατάστατό της, παράγωγο τεχνητής νοημοσύνης. Είναι χαρακτηριστικό ότι το υποκατάστατο ανταποκρινόταν με εκπληκτική αληθοφάνεια στα καθιερωμένα πρότυπα της γυναικείας ομορφιάς. Βέβαια, πέρα από τις καθαρά εργασιακές συνέπειες που έχει ένα τέτοιο εγχείρημα για έναν ολόκληρο επαγγελματικό κλάδο, όπως των μοντέλων, αλλά και γι΄ άλλους κλάδους που συνδέονται με αυτόν, όπως των μακιγιέρ ή των κομμωτών, εν τέλει η τεχνητή νοημοσύνη είναι παρούσα στη σύγχρονη διαφήμιση εδώ και αρκετές δεκαετίες. Είναι γνωστές οι επεμβατικές «διορθώσεις» του photoshop σε φωτογραφίες συμβατικών ανθρώπινων μοντέλων. Ακόμα και οι εικόνες στο instagram μιας μέσης έφηβης αποτελούν επί της ουσίας παρόμοια τεχνητά κατασκευάσματα, στα οποία είναι δύσκολο να διακρίνεις την αληθινή εμφάνιση από την «πειραγμένη» με τη βοήθεια δεκάδων δημοφιλών φίλτρων.
Κατά συνέπεια οι ρετουσαρισμένες εικόνες είναι ήδη παρούσες στην καθημερινή πραγματικότητα και ο μέσος καταναλωτής τις έχει συνηθίσει και τις έχει αποδεχθεί. Οι διαφημιστικές εταιρείες, από την άλλη, εκμεταλλεύονται το γεγονός αυτό προς όφελος της αγοράς. Τι θα συμβεί, όμως, εάν στο μέλλον τα εικονικά αυτά «φωτογραφικά» μοντέλα, γίνουν τρισδιάστατα και «ζωντανά»; Ποιες ευρύτερες προεκτάσεις θα έχει η κατασκευή τεχνητών τρισδιάστατων ανθρώπων, οι οποίοι θα διαθέτουν πανομοιότυπη ανθρώπινη σάρκα και ανθρώπινο ιστό, πανομοιότυπα συναισθήματα, σκέψη, ακόμα και συμπεριφορά; Ποιες θα είναι οι ανθρωπολογικές «συνέπειες» της δημιουργίας «κατά παραγγελία» τεχνητών ανθρώπων, οι οποίοι θα είναι τέλειοι εργάτες, τέλειοι δάσκαλοι, τέλειοι φίλοι ακόμα και τέλειοι εραστές;
Φυσικά, σε πρωτογενές επίπεδο όλα αυτά είναι ήδη παρόντα σήμερα, εάν λάβουμε υπόψη την παρουσία εξελιγμένων ρομπότ, που μπορούν να πραγματοποιούν λεπτές εργασίες σε διάφορους τομείς. Είναι, επίσης, ήδη παρόντες ακόμα και οι «εικονικοί ψυχολόγοι», μέσω της τεχνητής νοημοσύνης, στους οποίους μπορείς να εμπιστευτείς τα ψυχικά σου θέματα και να σου δώσουν εξαιρετικές συμβουλές. Ασφαλώς, κάποιος μπορεί να ισχυριστεί ότι ο άνθρωπος ποτέ δεν θα αντικατασταθεί από ένα ρομπότ όσο αληθοφανές κι αν είναι. Ωστόσο, ποια είναι τα πραγματικά και όχι τα τεχνοφοβικά μας επιχειρήματα με τα οποία θα μπορούσαμε να υπερασπιστούμε το ανθρώπινο είδος μας έναντι των τεχνολογικών αναπαραγωγών του;
Αναπόφευκτα τα ερωτήματα αυτά μας οδηγούν σ΄ ένα κομβικό ερώτημα, το οποίο βρίσκεται στον πυρήνα των διακυβεύσεών μας. Το βασικό αυτό ερώτημα είναι: Ποια, εν τέλει, είναι η κρίσιμη και ειδοποιός διαφορά ανάμεσα σε ένα τέλειο ανθρωποειδές κατασκεύασμα και σ΄ έναν άνθρωπο;
Το ερώτημα μπορεί να φαίνεται «φιλοσοφικό», ωστόσο, στην ουσία είναι απόλυτα ρεαλιστικό, όχι μόνο για το μέλλον, αλλά για το άμεσο παρόν. Η απάντησή του μπορεί να μας βοηθήσει να κατανοήσουμε την κατάσταση στην οποία βρισκόμαστε σήμερα. Να προσμετρήσουμε, εν τέλει, τον ίδιο τον βαθμό αλλοτρίωσης της ανθρωπινότητάς μας, την οποία ενδεχομένως έχουμε ήδη υποστεί, χωρίς καν να το έχουμε καταλάβει ή παραδεχτεί.
Στη συζήτηση αυτή θα μπορούσε να τεθεί, ως ειδοποιός διαφορά ανάμεσα σ΄ ένα υπερεξελιγμένο ρομπότ και σ΄ ένα άνθρωπο, το θέμα των συναισθημάτων ή ακόμα και της αγάπης, με το επιχείρημα ότι ποτέ ένα ρομπότ δεν θα μπορέσει να εκφραστεί συναισθηματικά με την αυθεντικότητα που μπορεί να το κάνει ένας άνθρωπος.
Σε πρώτο επίπεδο αυτό φαίνεται εύλογο και πράγματι οι αποχρώσεις των ανθρώπινων συναισθημάτων είναι δυνητικά άπειρες, ενώ οι αντίστοιχες σ΄ ένα ρομπότ μπορεί να περιορίζονται δυνητικά από τα ήδη υπάρχοντα συναισθηματικά δεδομένα που θα εισάγουμε για την τεχνητή αναπαραγωγή του. Ωστόσο, εάν προσεγγίσουμε το θέμα αυτό σε πρακτικότερο επίπεδο, θα διαπιστώσουμε ότι ένα προηγμένο τεχνητό ανθρωποειδές, θα μπορεί σε συμπεριφοριστικό επίπεδο να εκφράζει τα συναισθήματά του, όπως ένας πραγματικός σημερινός άνθρωπος.
Άλλωστε, και για να είμαστε ειλικρινείς, στην ποιότητα που έχουν λάβει οι ανθρώπινες σχέσεις σήμερα, ποιος μπορεί να ξεχωρίσει τα βαθιά συναισθήματα από τις καθαρά επιφανειακές εκδηλώσεις τους; Μια ολόκληρη γενιά μεγαλώνει σήμερα, μαθαίνοντας από μικρή ηλικία αλλά και μέσα από την εκπαίδευση, ότι τα συναισθήματα είναι συμπεριφορές που ελέγχονται μέσω εξωγενών στερεοτυπικών δεξιοτήτων. Με τον τρόπο αυτό οι νέοι μας μαθαίνουν να αποφεύγουν κάθε δυσάρεστο συναίσθημα, να αισθάνονται πάντα χαρούμενοι και να ικανοποιούν κάθε επιθυμία αρκεί να προκαλεί ευχάριστα συναισθήματα. Δεν είναι τυχαία η ευρεία διάδοση του γνωστικού συμπεριφορισμού στη σύγχρονη ψυχοθεραπεία και η «λαϊκή» αποδοχή των κάθε είδους τεχνικών συμβουλών διατήρησης της συναισθηματικής και ψυχικής ευεξίας στο επίπεδο των πρακτικών οδηγιών που διακινούνται μέσω των socials. Η ίδια η εκπαίδευση τείνει να γίνει εκπαίδευση τεχνητών δεξιοτήτων κι όχι βαθύτερης μόρφωσης. Ακόμα και οι θρησκείες τείνουν να αναδεικνύουν την πρακτική τους χρησιμότητα στη «σωστή», ηθικιστική και κοινωνικώς αποδεικτή συμπεριφορά, παρά στην προβολή του απροσδιόριστου μυστηρίου της θεότητας. Για να μη μιλήσουμε για τον τεχνικό χαρακτήρα της σύγχρονης μεταφυσικής σε φιλοσοφικό επίπεδο. Μπορεί να ακούγεται υπερβολικό, ωστόσο, εάν αναλογιστούμε σε βάθος τις ανθρώπινες σχέσεις σήμερα, η απόσταση ανάμεσα στη θεωρητική συναισθηματική πολυσημία του ανθρώπου και στην τέλεια συμπεριφοριστική συναισθηματική λειτουργία των μελλοντικών τεχνητών ανθρωποειδών, τείνει συνεχώς να μειώνεται. Το μέλλον, και σε αυτή την περίπτωση, φαίνεται να είναι ήδη παρόν.
Τότε, ποια θα μπορούσε να είναι η απάντηση στα αρχικά μας ερωτήματα; Ποιος είναι ο πυρήνας της διαφοράς ανάμεσα σε ένα τέλειο τεχνητό ανθρωποειδές και σ΄ έναν άνθρωπο, τουλάχιστον με τη συμβατική έννοια που γνωρίζουμε;
Θα τολμήσουμε να θέσουμε προς πραγμάτευση το κρίσιμο θέμα της ελευθερίας με την αρχική υπόθεση ότι o πυρήνας της ανθρωπινότητάς μας δεν είναι απλά οι συμπεριφορές μας, αλλά η δυνατότητά μας να ανατρέψουμε κάθε προηγούμενη προϋπόθεση και να επιλέξουμε απρόβλεπτες λύσεις. Με άλλα λόγια, ως άνθρωποι έχουμε τη δυνατότητα της ελευθερίας, ενώ ένα τεχνητό ανθρωποειδές έχει τόση ελευθερία όση του έδωσε ο δημιουργός του, δηλαδή, ο άνθρωπος τη στιγμή που το δημιούργησε. Πέραν αυτής της «στιγμής» το τεχνητό δημιούργημα δεν έχει καμία δυνατότητα επιλογών. Σε θεωρητικό επίπεδο το ζήτημα της ελευθερίας καθίσταται το πλέον κομβικό και ουσιώδες ειδοποιό χαρακτηριστικό της ανθρωπινότητάς μας.
Ωστόσο, εάν προσεγγίσουμε το θέμα στο πρακτικό επίπεδο της καθημερινότητας, το κρίσιμο ερώτημα που τίθεται είναι: Πότε ο άνθρωπος αποκτά επίγνωση του στοιχειώδους αυτού στοιχείου της ανθρωπινότητάς του, δηλαδή της ελευθερίας του;
Το ερώτημα μπορεί να απαντηθεί και πάλι με βάση το προηγούμενο παράδειγμα: Το τεχνολογικό δημιούργημα του ανθρώπου δεν μπορεί να αποκτήσει επίγνωση της ελευθερίας του πέραν του σημείου μηδέν της δημιουργίας του. Δηλαδή, πέραν του τεχνολογικού εαυτού, που του επέτρεψε ο δημιουργός άνθρωπος να έχει. Ο άνθρωπος, από την άλλη, μπορεί να αποκτήσει επίγνωση της ελευθερίας του, όταν καταφέρει να ανάγει τον αναστοχασμό περί ελευθερίας στο αφετηριακό σημείο της δικής του δημιουργίας. Ποιο, όμως, μπορεί να είναι σε πρακτικό επίπεδο αυτό το αφετηριακό σημείο;
Οι θρησκείες ομιλούν για τη δημιουργία εκ Θεού. Κατά συνέπεια για τις θρησκείες η συζήτηση περί ελευθερίας έχει ως αφετηρία την επίγνωση από τον άνθρωπο ότι είναι δημιούργημα. Κάθε συζήτηση περί ελευθερίας έχει ως βάση την πίστη σ΄ ένα δημιουργό Θεό και στις εντολές του.
Μια τέτοια «θρησκευτική» οπτική θέτει ως προϋπόθεση της ελευθερίας τη μαθητεία σε κάτι. Αναλόγως με τη θρησκεία αυτό το «κάτι» μπορεί να είναι η απόλυτη πίστη σε ηθικιστικές δογματικές αρχές ή αντίθετα η άσκηση σε περισσότερο ενδογενείς αξίες, όπως για παράδειγμα η αγάπη στον χριστιανισμό, ο εσωτερικός διαλογισμός στο οκταπλό μονοπάτι του πόνου στον βουδισμό κ.ά.
Η φιλοσοφία έχει επιχειρήσει να αντιμετωπίσει τον αναστοχασμό περί της ελευθερίας σε ένα επίπεδο που εξαρχής θέτει ως προϋπόθεση την απελευθέρωση από οποιονδήποτε εξωτερικό καταναγκασμό, εκτός βέβαια από τον ίδιο τον άνθρωπο. Ο υπαρξισμός, για παράδειγμα, θεωρεί ότι η συζήτηση περί ελευθερίας έχει ως αφετηρία την απόλυτη δυνατότητα του ανθρώπου να διαμορφώσει μόνος την ύπαρξή του. Η ύπαρξη προηγείται της ουσίας της, δηλαδή, κάθε άνθρωπος γεννιέται ελεύθερος, χωρίς δεδομένα ουσιοκρατικά χαρακτηριστικά, και κατασκευάζεται ως νόημα μέσω των πράξεων και των επιλογών του. Δεν δίνει λόγο σε κανένα και σε καμία ανώτερη δύναμη, ωστόσο, η έννοια της απόλυτης ελευθερίας στις επιλογές δεν σημαίνει ανευθυνότητα έναντι των άλλων και της κοινωνίας. Προϋποθέτει την ενσυνείδητη μαθητεία στο νόημα της ύπαρξης όχι όμως ως ναρκισσιστική κατάσταση, αλλά ως οικειοθελή αναγνώριση της ύπαρξης του άλλου. Εκπληρώνεται μέσα από τη μοναξιά και την υπαρξιακή οδύνη που είναι η μεταιχμιακή κατάσταση ανάμεσα στο είναι και στο μη είναι, ανάμεσα στην επιλογή της ύπαρξης και της απόλυτης εκμηδένισής της. Στην κατάσταση της απόλυτης μοναξιάς ο άνθρωπος μπορεί να αποφασίσει με υπευθυνότητα για το νόημα της ύπαρξής του με την προϋπόθεση ότι δείκτης της ελευθερίας του είναι οι πράξεις του και ο αντίκτυπός τους στους άλλους. («Ελευθερία δεν είναι αυτό που κάνεις, αλλά αυτό που κάνεις μετά από αυτό που σου κάνουν», όπως έγραφε ο Σαρτρ).
Εάν επιχειρήσουμε μία σύνοψη των δύο αντίθετων απόψεων, από τη μια της θρησκείας και από την άλλη της φιλοσοφίας θα διαπιστώσουμε μια μεγάλη διαφορά, αλλά και μία μεγάλη ομοιότητα. Η μεγάλη διαφορά είναι ότι η φιλοσοφία εκκινά τον στοχασμό περί ελευθερίας από την απόλυτη πίστη στον άνθρωπο· όπως έγραφε ο Πρωταγόρας ήδη από τον 5ο αι. π.Χ. «πάντων χρημάτων μέτρον ἐστίν ἄνθρωπος» (όπου «χρήματα» ενν. τα πράγματα της ζωής). Από την άλλη η ομοιότητα είναι η πίστη και της φιλοσοφίας και της θρησκείας σε «κάτι» έστω κι αν αυτό το «κάτι» στις θρησκείες είναι ο Θεός, ενώ στη φιλοσοφία ο άνθρωπος. Η πιο ουσιαστική, ωστόσο, σύγκλιση των δύο απόψεων είναι η αναγνώριση της ανθρώπινης αδυναμίας να υπάρξει αυθεντικά και ελεύθερα, εάν δεν απορρίψει τον ναρκισσισμό του, ο οποίος στους μεν θεϊστές είναι η αθέτηση των θεϊκών κανόνων στους δε υπαρξιστές η ανεύθυνη στάση έναντι της κοινωνίας.
Συμπερασματικά και σε σχέση με το αρχικό μας ερώτημα, θα λέγαμε ότι η ουσιώδης διαφορά ανάμεσα στα μελλοντικά εξελιγμένα ρομποτικά ανθρωποειδή και στον ίδιο τον άνθρωπο δεν βρίσκεται στο επίπεδο των δεξιοτήτων, της συμπεριφοράς και των συναισθημάτων, αλλά στο πρακτικό επίπεδο της δυνατότητας που έχουμε ως άνθρωποι να ασκήσουμε την ελευθερία μας. Ακόμα κι αν δημιουργήσουμε απόλυτες «εικόνες» του εαυτού μας, οι «εικόνες» αυτές θα αντικατοπτρίζουν την ανθρώπινη ύπαρξη τη στιγμή της δημιουργίας και ποτέ πέρα από αυτήν. Πάντα θα υπάρχει αυτή η θεμελιώδης διαφορά, ανάμεσα στον ελεύθερο δημιουργό άνθρωπο και στο τεχνικό του ομοίωμα.
Ωστόσο, η ελευθερία δεν είναι θεωρητική ιδιότητα, αλλά πρακτική δυνατότητα. Στον μελλοντικό κόσμο, τα εξελιγμένα ανθρωποειδή ρομπότ μπορεί να είναι πολύ περισσότερο «ελεύθερα» από όσο θα είναι οι άνθρωποι που δεν ασκούν την ελευθερίας τους. Μήπως αυτό δεν συμβαίνει ήδη και σήμερα; Πολλοί άνθρωποι επιλέγουν σήμερα την σκλαβιά στην υποτιθέμενη καταναλωτική «ευτυχία» από την άσκηση στην πραγματική ελευθερία. Το μέλλον είναι ήδη παρόν.
Τι σημαίνει εν τέλει άσκηση στην ελευθερία; Σε πρακτικό επίπεδο σημαίνει απόρριψη του ναρκισσισμού και αποδοχή της αδυναμίας μας να υπάρξουμε χωρίς την ενσυνείδητη μαθητεία σε «κάτι». Πρακτικά ελεύθερος είναι ο άνθρωπος που κατανοεί την αγνωσία του («Ἓν οἶδα ὅτι οὐδέν οἶδα» =ένα ξέρω, ότι δεν ξέρω τίποτα, όπως έλεγε ο Σωκράτης) και μέσα από αυτήν την «καλή ταπείνωση» αποκτά τη θέληση να προχωρήσει. Το εξελιγμένο ρομπότ μπορεί να ανιχνεύει την αδυναμία του, αλλά του είναι αδύνατο να αλλάξει πέραν του σημείου της δημιουργίας του. Η πλησμονή της μαθητείας είναι η χαρακτηριστική ανθρώπινη ιδιότητα που μπορεί να τον αλλάξει. Σήμερα, στην εποχή του ύστερου καπιταλισμού, ο ναρκισσισμός και η ξεδιαντροπιά της παντογνωσίας (η έλλειψη αιδούς/ντροπής) αντιστρατεύεται σε κάθε είδους μαθητεία σε κάτι διαφορετικό από τη στερεότυπη κουλτούρα της κατανάλωσης. Αντιθέτως ο συνειδητοποιημένος άνθρωπος μπορεί να ασκήσει την ελευθερία του και εν τέλει να κατανοήσει τη μόνη ανθρώπινη αλήθεια, που είναι η θνητότητά μας, δηλαδή, την κοινή μοίρα όλων που είναι ο θάνατος («φιλοσοφία ἐστί μελέτη θανάτου», όπως έλεγαν οι αρχαίοι Έλληνες) και να διδαχθεί από αυτό. Κανένα εξελιγμένο ανθρωποειδές δεν μπορεί να έχει αυτή τη δυνατότητα.
Επί της ουσίας μαθητεία σε κάτι σημαίνει θέληση και θάρρος να ανοιχθούμε στη μοναξιά της ύπαρξης ενάντια στη σιγουριά των συμβάσεων και να μάθουμε από αυτήν. Όπως έγραφε χαρακτηριστικά ο ψυχίατρος Irvin D. Yalom: «Για να δυναμώσεις τον εαυτό σου θα πρέπει πρώτα απ΄ όλα να βυθιστείς στο “τίποτε” και έτσι να μάθεις ν' αντιμετωπίζεις την πιο “μοναχική μοναξιά” σου».
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου