ΠΕΡΙ ΗΘΙΚΑ ΟΡΘΟΥ (1) | ΣΠΟΛΙΑ 11

Benjamin West (1738-1820). Η επιλογή του Ηρακλή ανάμεσα στην Αρετή και στην Ηδονή. 1764. Ελαιογραφία σε μουσαμά. 101.6 x 121.9 cm. Λονδίνο, Victoria and Albert Museum

Πολλές φορές στη ζωή μας αποδοκιμάζουμε τις πράξεις των άλλων ή και τις δικές μας, ως πράξεις κακές ή με άλλα λόγια, ως πράξεις ηθικά λανθασμένες. Για παράδειγμα, λέμε ότι η τάδε είναι κακό κορίτσι, γιατί όλη την ώρα κουτσομπολεύει ή κατηγορεί τους άλλους. Η λέμε ότι η τάδε φέρεται χυδαία, γιατί όλο βρίζει ή μιλάει με αγένεια και συνεχώς προσβάλλει τους γύρω της. Ή λέμε για τον εαυτό μας ότι έκανε ηθικό λάθος, γιατί είπε ψέματα ή κατηγόρησε άδικα κάποια από ζήλεια ή κακία κ.ο.κ.
Από πού, όμως, μαθαίνουμε τι είναι το ηθικά ορθό και τι το λάθος; Με ποια κριτήρια μπορούμε να διακρίνουμε το καλό από το κακό και τι είναι εκείνο που κάνει σωστούς τους κανόνες που υιοθετούμε;
Το θέμα είναι πολύ σημαντικό και γι΄ αυτό θα αφιερώσουμε κι άλλα σπόλια για να δούμε τις πολλαπλές του όψεις.
Γιατί, όμως, είναι σημαντικό:
  • Ο πρώτος λόγος είναι γιατί πολλές φορές αντιμετωπίζουμε ηθικά διλήμματα και δεν ξέρουμε πώς πρέπει να ενεργήσουμε σε συγκεκριμένες περιπτώσεις.
  • Ο δεύτερος σχετίζεται με τις συνέπειες των λαθών μας, οι οποίες πολλές φορές είναι οδυνηρές και θα προτιμούσαμε να είχαμε από πριν πιο ξεκάθαρη ηθική στάση για να μην κάνουμε το λάθος ειδικά εάν αυτό είναι μεγάλο.
  • Ο τρίτος αφορά τον φόβο της τιμωρίας είτε αυτή είναι οι ίδιες οι συνέπειες του ηθικά λάθους είτε η τύψεις της συνείδησής μας είτε ο φόβος της απόρριψης απ΄ όλους και όλα.
  • Ο τέταρτος είναι η σημασία της επιλογής του ηθικά σωστού για την ωρίμανση της προσωπικότητάς μας κάτι το οποίο είναι σημαντικό όχι μόνο στη φάση της εφηβείας, αλλά και σε όλη τη διάρκεια της ζωής μας.
Η συζήτηση που ξεκινούμε έχει σημασία και για τη φετινή μας ενασχόληση με το θεατρικό έργο «Το σπίτι της Μπερνάρντα Άλμπα» του Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα, το οποίο έχει ως κεντρικό θέμα τις περιοριστικές κοινωνικές και οι ηθικές συμβάσεις που διαμορφώνουν τη γυναικεία ταυτότητα. Τα αντίστοιχα ερωτήματα είναι: «Τι μπορεί να κάνει μια γυναίκα για να αντιμετωπίσει τα κοινωνικά και ηθικά στερεότυπα του φύλου της;». «Ποια είναι η έννοια του ηθικά σωστού για τον κοινωνικό ρόλο της γυναίκας;» [1].
Ας ξεκινήσουμε, λοιπόν, με τα βασικά ερωτήματα:

1. Τι είναι ηθική;
Ποια είναι η λεξικογραφική εξήγηση της λέξης «ηθική»;
«ηθική η [iθikí] Ο29 : 1α. το σύνολο των θεσμοθετημένων κανόνων μιας κοινωνίας που καθορίζουν τη συμπεριφορά των ατόμων με βάση το κοινωνικά αποδεκτό, το καλό και το κακό […] β. υποκειμενική αντίληψη και ατομική στάση απέναντι στη συγκεκριμένη κοινωνική ηθική: Aυτά είναι σύμφωνα με τη δική σου ηθική […]. 2α. κλάδος της φιλοσοφίας που εξετάζει και μελετά τις πράξεις των ανθρώπων ως προς τη θετική ή αρνητική τους αξία, που έχει δηλαδή για αντικείμενο την εκτιμητική κρίση, αφού αναφέρεται στη διάκριση του καλού και του κακού. β. η διδασκαλία περί ηθικής: σωκρατική ηθική / καντιανή ηθική / Xριστιανική ηθική […]».
[Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής, Θεσσαλονίκη: Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών (Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη), 1998, https://www.greek-language.gr/greekLang/modern_greek/tools/lexica/triantafyllides/search.html?lq=%CE%B7%CE%B8%CE%B9%CE%BA%CE%AE&dq=]
Κατά συνέπεια η «ηθική» είναι αυτό που η κοινωνία θεωρεί ως «σωστό», αλλά και αυτό που ο κάθε άνθρωπος θεωρεί ως τέτοιο.

2. Από πού μαθαίνουμε τι είναι το ηθικά ορθό;
Η απάντηση είναι σχετικά απλή. Μαθαίνουμε τι είναι το ηθικά ορθό από την οικογένεια, το σχολείο, την προσωπική μελέτη, τη φιλοσοφία, τη θρησκεία, την επιστήμη, τους φίλους μας κ.ά. Όμως, πώς μπορούμε να ξέρουμε ποιες ακριβώς είναι οι πηγές μας και τελικά ποιες από αυτές τις πηγές, μάς κάνουν πραγματικά καλό ή κακό; Εν τέλει, έχει σημασία να μας απασχολούν τα ζητήματα ηθικής;
Οπότε συνεχίζουμε με ένα άλλο βασικό ερώτημα.

3. Έχει νόημα να μας απασχολούν οι συνέπειες των πράξεών μας στη ζωή τη δική μας αλλά και των άλλων ανθρώπων;
Εφόσον σήμερα όλα στη ζωή μας είναι προκαθορισμένα από την πολυμεσική χειραγώγηση, γιατί άραγε να μας προβληματίζει το θέμα αυτό; Οι περισσότεροι σκέφτονται με τη λογική: «ας περνάμε καλά, να έχουμε δουλειά και λεφτά, τους φίλους μας, τις εκδρομές μας… κι όλα τ΄ άλλα είναι περιττές φιλοσοφίες. Γιατί να προβληματιστούμε για τις συνέπειες των πράξεών μας, αφού είμαστε “καλοί” άνθρωποι και δεν κάνουμε “κακό” ζώντας όπως όλοι»;
Ας ερευνήσουμε κάπως καλύτερα αυτές τις απόψεις, για να κατανοήσουμε εάν τελικά το «καλό» και το «κακό» είναι τόσο εύκολα αναγνωρίσιμα.
Χρήσιμο θα ήταν εάν προσεγγίζαμε το θέμα πιο πρακτικά, με βάση κάποιο παράδειγμα από την καθημερινότητά μας:

«Έστω ότι γράφουμε ένα διαγώνισμα στο σχολείο. Αντιμετωπίζουμε δυσκολία στις απαντήσεις και κάποια φίλη, μας δείχνει την κόλα της για να αντιγράψουμε. Ο πειρασμός είναι μεγάλος. Το τελικά θα πρέπει να κάνουμε; Να αντιγράψουμε ή όχι;»

«Χαζό» παράδειγμα θα μου πείτε και αυτονόητη η απάντηση. Φυσικά και θα αντιγράψουμε αφού όλες/οι το ίδιο κάνουν. Και στο κάτω κάτω «ποιον βλάπτουμε όταν κλέβουμε στα διαγωνίσματα. Εφόσον και οι ίδιοι οι καθηγητές, ξέρουν ότι κλέβουμε, απλά δεν τους νοιάζει. Επιπλέον πώς θα γράψουμε καλά εάν δεν αντιγράψουμε, αφού ούτε τα μαθήματα μάς τα διδάσκουν καλά στο σχολείο ούτε κι εμείς τα καταλαβαίνουμε; Ειδικά τα μαθήματα της “άλλης κατεύθυνσης” είναι εντελώς ακαταλαβίστικα. Ύστερα, εάν εμείς δεν κλέψουμε όπως κλέβουν όλοι οι άλλοι, τότε τι βαθμούς θα πάρουμε εμείς και τι βαθμούς οι άλλοι;» Και άλλα παρόμοια ερωτήματα, τα οποία τελικά κάνουν ανούσια τη συζήτηση. Ο κανόνας είναι: «κλέψε στα διαγωνίσματα, αφού άλλοι έτσι κάνουν, και μην πολυσκέφτεσαι τις συνέπειες».
Με μια πρώτη, λοιπόν, εκτίμηση, η απάντηση στο ερώτημα (3) είναι ότι δεν έχει νόημα να μας απασχολούν οι συνέπειες όλων των πράξεών μας στη ζωή τη δική μας αλλά ούτε και των άλλων ανθρώπων.
Είναι, όμως, έτσι; Πώς θα αντιμετωπίζαμε το ίδιο ερώτημα από την πλευρά της φιλοσοφίας;
Μια πρώτη φιλοσοφική προσέγγιση είναι αυτή του «ωφελισμού». Σύμφωνα με τον ωφελιμισμό, ιδρυτές του οποίου θεωρούνται ο Τζέρεμυ Μπένθαμ και ο Τζον Στιούαρτ Μιλ (19ος αιώνας), σκοπός των πράξεών μας πρέπει να είναι η μεγαλύτερη κατά το δυνατόν ωφέλεια για τον μεγαλύτερο κατά το δυνατόν αριθμό ατόμων. Με τη λέξη «ωφέλεια» οι «ωφελιμιστές» φιλόσοφοι εννοούν την ευτυχία ή την ικανοποίηση όλων όσων καρπωθούν τα αποτελέσματα των πράξεών μας.
Άρα για τον ωφελισμό τίθεται το παρακάτω ερώτημα:

4. Πόσο ωφέλιμες για την κοινωνία είναι οι πράξεις μου;
Εάν πάρουμε και πάλι το παράδειγμα με την αντιγραφή στα διαγωνίσματα και υποθέσουμε ότι όσες φορές κι αν κλέψουμε στα διαγωνίσματα ποτέ δεν θα μας πιάσουν —πράγμα κάπως αδύνατο— τότε τι έχει να χάσει η κοινωνία από αυτό; Κάποιος μπορεί να πει ότι εάν όλοι κλέβουν στα διαγωνίσματα, τότε θα πάψει να λειτουργεί το σχολείο και χωρίς σχολεία θα οδηγηθούμε στην έλλειψη κάθε μόρφωσης και κατά συνέπεια στην κοινωνική αναρχία. Ωστόσο, αυτό είναι μακροπρόθεσμο και κανείς δεν μπορεί να πειστεί από αυτό, για να σταματήσει να κλέβει στα διαγωνίσματα. Επιπλέον κάποιος μπορεί να θεωρήσει το κλείσιμο των σχολείων και καλό, εάν έτσι κινητοποιηθούμε να φτιάξουμε ένα καλύτερο εκπαιδευτικό σύστημα.
Κατά συνέπεια, όταν δίνουμε έμφαση στην κοινωνική «ωφέλεια» των πράξεών μας διαπιστώνουμε ότι μπορούμε να φτάσουμε σε αδιέξοδο, γιατί η έννοια της «ωφέλειας» είναι ρευστή. Συγχρόνως δεν μπορεί να αποτρέψει κάποιον από το να κάνει κάτι ηθικό λάθος, γιατί μπορεί να ορίζει την προσωπική του «ωφέλεια» και ευτυχία πολύ διαφορετικά από την αντίστοιχη του άλλου. Για παράδειγμα, κάποιος μπορεί να ισχυριστεί ότι κλέβοντας στα διαγωνίσματα αισθάνεται ευτυχής, αδιαφορώντας για τους άλλους που δεν κλέβουν και παίρνουν μικρότερο βαθμό. Ισχύει, λοιπόν, η αρχή «ο θάνατός σου η ζωή μου».

Για κάποιους το συμπέρασμα στο οποίο καταλήξαμε χρησιμοποιώντας την «ωφελιμιστική» μέθοδο δεν είναι λογικό και καθόλου χρήσιμο. Ένας από αυτούς ήταν και ο Γερμανός φιλόσοφος Ιμάνουελ Καντ, ο οποίος έζησε τον 18ο αι. και παρακάμπτοντας το ζήτημα της «ωφέλειας» έθεσε το παρακάτω ερώτημα για να αντιμετωπίσει το πρόβλημα του ηθικού καλού.

5. Μπορούμε να ορίσουμε κάποιες βασικές αρχές στις οποίες θα στηρίξουμε κάποιους αναμφισβήτητους ηθικούς κανόνες των πράξεών μας, ανεξάρτητα από συγκεκριμένους στόχους και συνέπειες;
Ο Κάντ για να απαντήσει στο ερώτημα σκέφτηκε ότι θα πρέπει να επικεντρωθούμε στην καθολικότητα των πράξεών μας κι όχι στις συνέπειές της ή στην κοινωνική της «ωφέλεια». Έθεσε, έτσι, μία κεντρική αρχή για τον ηθικό νόμο, την οποία ονόμασε «κατηγορική προσταγή». Σύμφωνα με αυτή, το κριτήριο του ηθικά σωστού είναι η καθολική του αξία. Εάν πάρουμε και πάλι το παράδειγμα με το διαγώνισμα, ο Κάντ θα ισχυριζόταν ότι το να κλέψεις στο διαγώνισμα δεν είναι ηθικά σωστό, γιατί ισχύει ο καθολικός νόμος ότι η κλεψιά δεν είναι ηθικά καλή.
Πολλοί θα θεωρούσαν την άποψη του Καντ υπερβολικά αυστηρή και απόλυτη, γιατί όποιος κλέβει στο διαγώνισμα δεν σημαίνει ότι θα κλέβει στη συνέχεια και άλλα πράγματα. Επιπλέον, κάποιος μπορεί να κλέψει στο διαγώνισμα «λίγο» και κάποιος να τα αντιγράψει όλα. Για τον Καντ όλες αυτές οι «αποχρώσεις» της κλεψιάς δεν έχουν, τόσο σημασία, όσο ο καθολικός νόμος του να μη κλέβεις.
Μήπως, όμως, πράγματι αυτή η αυστηρή λογική είναι υπερβολική; Για παράδειγμα ο Κάντ έφτανε στο σημείο να θεωρήσει μόνο τον «ορθό λόγο» ως κριτήριο ηθικότητας απορρίπτοντας ακόμα και τα θετικά ανθρώπινα συναισθήματα, όπως την αγάπη ως ηθικό κριτήριο των πράξεών μας. Έλεγε ότι εάν κάποιος κρίνει το ηθικά σωστό με βάση την αγάπη κι όχι με τον ορθό λόγο, τότε μπορεί να κρίνει ευνοϊκά τα άτομα που αγαπάει και άδικα τα άτομα που δεν αγαπάει.

Φτάνοντας και πάλι σε ένα νέο αδιέξοδο κάποιοι άλλοι φιλόσοφοι αντιμετώπισαν το θέμα της ηθικής από άλλη βάση. Αφού, όπως είπαν, το θέμα της ηθικής «ωφέλειας» είναι ρευστό και η αρχή της «κατηγορικής προσταγής» είναι πολύ αυστηρή, τότε έθεσαν ένα άλλο ευρύτερο φιλοσοφικό ερώτημα.

6. Ποια μπορεί να είναι η σημασία του ανθρώπινου χαρακτήρα και της προσωπικής του αρετής στην επιλογή ανάμεσα στο ορθό και στο λανθασμένο μιας πράξης;
Για να αντιμετωπίσουμε το ερώτημα αυτό θα πρέπει να μεταφέρουμε το ζήτημα της ηθικής επιλογής από την «ωφέλεια» ή τις αφηρημένες ιδέες σε προσωπικό επίπεδο και να αναρωτηθούμε: «πώς θα έπρεπε να ζω;» ή «τι είδους χαρακτήρα θα έπρεπε να έχω;» και όχι: «ποιες εντολές του ηθικού νόμου θα πρέπει να ακολουθήσω;». Η μεταφορά της ηθικής επιλογής σε προσωπικό επίπεδο έχει τη λογική ότι, εάν καταφέρω να διαμορφώσω την προσωπικότητά μου, τότε θα έχω την ικανότητα κάθε φορά να επιλέξω ανάμεσα στο καλό και στο κακό. Οι εξαιρετικές αυτές ικανότητες ονομάζονται «ηθικές αρετές».
Η έννοια της αρετής κατέχει κεντρική θέση στην αρχαιοελληνική φιλοσοφία. Ο Αριστοτέλης ήταν αυτός που συστηματοποίησε την επεξεργασία της έννοιας των «ηθικών αρετών». Συνοπτικά, κατά τον Αριστοτέλη η απόκτηση της αρετής μπορεί να γίνει μέσα από την εκπαίδευση, δηλαδή τη μαθητεία, και μέσα από αυτή τη διαδικασία ο άνθρωπος μπορεί να αποκτήσει την «έξη» που είναι η κατοχή ενός σταθερού τρόπου συμπεριφοράς με βάση τον οποίο μπορεί κάποιος να ξεχωρίζει τα πάθη από τις αρετές και τη «μεσότητα» που είναι η ικανότητα να επιλέγεις με σύνεση και διάκριση («προαίρεση») ανάμεσα στο τι είναι καλό και τι είναι κακό. Ο Αριστοτέλης δεν μένει σε αυτές τις διαπιστώσεις μόνο θεωρητικά, αλλά περιγράφει και μία πρακτική «μέθοδο». Γραφεί, λοιπόν, ότι για να αποκτήσεις, για παράδειγμα, μια αρετή θα πρέπει να ακολουθήσεις δύο πρακτικά βήματα:
(α) Να αποφεύγεις την κυριότερη αιτία που σε οδηγεί να προσδένεσαι σε ένα πάθος και σε εμποδίζει ν΄ αποκτήσεις την αντίθετη αρετή.
(β) Να στοχάζεσαι σε ποια άσχημα πράγματα σε οδηγεί το συγκεκριμένο πάθος και σε ποια ωφέλιμα η αντίθετη αρετή.
Εάν προσεγγίσουμε το παράδειγμα με το διαγώνισμα με βάση την πρακτική μέθοδο του Αριστοτέλη θα λέγαμε ότι αρχικά θα πρέπει να κατανοήσουμε ότι η κλεψιά είναι πάθος. Στη συνέχεια να εντοπίσουμε ποια είναι η αιτία που με οδηγεί σε αυτή. Για παράδειγμα η συνήθεια, η επιρροή των φίλων, η τεμπελιά μου να διαβάσω, η ανασφάλειά μου στις ικανότητές μου, η περηφάνια μου να έχω ψηλούς βαθμούς με κάθε τίμημα, ο φόβος τι θα πουν οι άλλοι, η ζηλοφθονία κ.ά. Στη συνέχεια εάν κι αυτά δεν αρκούν και υπερτερούν οι δικαιολογίες ότι τα μαθήματα είναι δύσκολα και ότι «όλοι κλέβουν» θα πρέπει να στοχαστούμε το (β). Δηλαδή, σε ποιες άσχημες καταστάσεις με οδηγεί το συγκεκριμένο πάθος της κλεψιάς, όπως η τεμπελιά στο να διαβάσω όσο μπορώ, η έλλειψη προσωπικής ικανοποίησης αφού και 20 να πάρω θα ξέρω ότι δεν μου άξιζε γιατί έχω κλέψει, το συνεχές άγχος και η αναστάτωση που αυξάνουν την ένταση και τον θυμό μου, ο εθισμός σε κακές πράξεις και η ενίσχυση του συνωμοτικού πνεύματος ότι με τις/τους φίλες/ους μου κάνω παράνομο, η στασιμότητα στο διάβασμά μου κ.ά. Αντίθετα εάν δεν κλέβω τότε γίνομαι πιο ήρεμος/η και εξαντλώ όλες τις δυνατότητές μου στο διάβασμα. Αποκτώ αυτογνωσία, γιατί μπορώ να καταλάβω τα πραγματικά μου όρια και τότε μόνο μπορώ να βελτιωθώ. Γίνομαι ισχυρότερος/η χαρακτήρας και νικώ τις ανασφάλειές μου. Αποκτώ αυτοεκτίμηση και αισθάνομαι ικανοποίηση ακόμα και με το 8 που θα πάρω, γιατί ξέρω ότι το πέτυχα με το σπαθί μου. Καταφέρνω να υψωθώ πάνω από τη «μάζα» και αισθάνομαι τη σιγουριά του «ύψους» και όχι τον θυμό ότι γι΄ όλα φταίνε οι άλλοι και ότι «έχω το χάλι μου».
Είμαι σίγουρος ότι ο Αριστοτέλης μάλλον δεν σας έπεισε και είναι ακόμα πιο σίγουρο ότι και πάλι θα κλέψετε στα διαγωνίσματα. Τι γίνεται όμως, φταίτε μόνο εσείς; Μήπως φταίει το σύστημα που έτσι μας μεγαλώνει, ώστε να επιζητούμε το κέρδος χωρίς να εξετάζουμε την ηθική του πλευρά. Όπως διαβάζουμε στο βιβλίο της Φιλοσοφίας της Β΄ Λυκείου (σελ. 146):
«Το πρόβλημα είναι ότι στις μέρες μας είναι δύσκολο να κατανοήσουμε το ιδεώδες των αρχαιοελληνικών αρετών, που συνδέεται σε μεγάλο βαθμό με το πρότυπο του “καλού καγαθού” πολίτη της αρχαιοελληνικής κοινωνίας, ιδιαίτερα της Αθήνας της κλασικής εποχής. Έτσι, δεν είναι διόλου βέβαιο ότι οι αρετές για τις οποίες μιλούν ο Σωκράτης, ο Πλάτων και ο Αριστοτέλης μπορούν να καλλιεργηθούν στις σύγχρονες πολιτείες, στις οποίες είναι τελείως διαφορετικές οι συνθήκες ζωής και φαίνεται να έχει χαθεί σε μεγάλο βαθμό το συλλογικό, κοινωνικό ήθος που ενέπνεε τους αρχαίους προγόνους μας».
Με άλλα λόγια δεν είναι το αρχαιοελληνικό σύστημα των ηθικών αρετών σώνει και καλά λάθος, αλλά δυστυχώς εμείς σήμερα δεν είμαστε «άξιοι» να το ακολουθήσουμε.

Τι κάνουμε λοιπόν; Τα παρατάμε και αφήνουμε το θέμα της ηθικής στα χέρια της κοινωνίας; Μα τότε δεν έχει σημασία καμία προσπάθεια για τη βελτίωση του εαυτού μας, αφού όλα θα αλέθονται στα κοινωνικά στερεότυπα, και το κυριότερο δεν έχει καμία σημασία η διεκδίκηση της προσωπικής μας ανεξαρτησίας και ελευθερίας έναντι της κοινωνικής αναγκαιότητας.
Κατά συνέπεια το θέμα παραμένει αναπάντητο και θα πρέπει να συνεχίσουμε τη συζήτηση στα επόμενα «σπόλια».

Σημείωση: Η κυριολεκτική σημασία της λέξης «σπόλια» είναι «θραύσματα», δηλαδή κομμάτια, από παλιά κτίρια, τα οποία τα ξαναχρησιμοποιούμε σε νέες κατασκευές. Η λέξη προέρχεται από τη λατινική λέξη «spolium», που σημαίνει «λάφυρο» ή «λεία». Στην περίπτωσή μας τα «σπόλια» έχουν μεταφορική σημασία και συνδέονται με ενδιαφέροντα αποσπάσματα κειμένων που συνδυάζονται με άλλες εικόνες και έργα τέχνης (μουσικά αποσπάσματα, ποιήματα, έργα ζωγραφικής, χορό κ.ά.) συγκροτώντας πολυτροπικά «παζλ», τα οποία ο καθένας μπορεί να τα συνθέσει με τον δικό του τρόπο αποδίδοντας ένα νέο νόημα.


[1] Η συζήτηση περί του «ηθικά ορθού» έχει συνάφειες και με τη σχολική μας γνώση, αφού σχετικές θεματικές ενότητες, αλλά και σχετικά ερωτήματα, υπάρχουν στα μαθήματα της Γλώσσας και σ΄ ένα ολόκληρο κεφάλαιο στο Βιβλίο της Φιλοσοφίας της Β΄ Λυκείου (Κεφάλαιο 6: Αξιολογώντας την πράξη, σελ. 140-167).


Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις

ΧΡΩΜΑΤΙΚΕΣ ΠΑΛΕΤΕΣ ΕΜΠΝΕΥΣΜΕΝΕΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΤΕΧΝΗ ΤΟΥ ΜΠΑΡΟΚ ΚΑΙ ΤΟΥ ΡΟΚΟΚΟ | COLOR PALLETES INSPIRED BY BAROQUE AND ROCOCO ART | ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΤΕΧΝΗΣ 4 \ DESIGN \ ΠΟΛΥΤΡΟΠΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ 37 | MULTIMODAL TEXTS 37